Όσοι έρχονται σε επαφή με τη φύση από την παιδική τους ηλικία εμφανίζουν καλύτερη αναπνευστική λειτουργία σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.
Η έρευνα διαπίστωσε ότι τα παιδιά που τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής τους τα περνούσαν σε περιοχές με πράσινο έτειναν να εμφανίζουν καλύτερη πνευμονική λειτουργία σε σχέση με τα παιδιά που δεν είχαν αυτό το προνόμιο.
Επικεφαλής ερευνητής ήταν το. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 3278 παιδιά που κατοικούσαν στο Πόρτο και τα περίχωρά του. Οι επιστήμονες προτού καταλήξουν στα παραπάνω συμπεράσματα κατέγραψαν την επαφή με το πράσινο που είχαν τα παιδιά από τη γέννησή τους, στην ηλικία των τεσσάρων, των επτά και των δέκα ετών.
Για την εκτίμηση της αναπνευστικής ικανότητας των παιδιών χρησιμοποιήθηκε η δοκιμασία της δυναμικά εκπνεόμενης ζωτικής χωρητικότητας, η γνωστή μας σπιρομέτρηση. Πρόκειται για μια εξέταση της λειτουργικότητας των πνευμόνων που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση αναπνευστικών προβλημάτων όπως το άσθμα.
Μάλιστα, όσο περισσότερο πράσινο είχε περιβάλλον που μεγάλωναν τα παιδιά μέχρι τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής τους τόσο καλύτερη αναπνευστική λειτουργία εμφάνιζαν σύμφωνα με τους ερευνητές.
Ποσοστιαία η διαφορά είναι της τάξεως του 2%, όπως αναφέρει ο επικεφαλής της έρευνας Δρ Diogo Queiroz Almeida από το Πανεπιστήμιο του Πόρτο στην Πορτογαλία, και δεν θεωρείται τόσο μεγάλη. Ωστόσο όπως ο ίδιος επισημαίνει έαν κοιτάξουμε το συνολικό πληθυσμό και επιχειρήσουμε να κάνουμε πιο πράσινες τις γειτονιές μας τότε η επίδραση στην υγεία θα είναι σημαντική και υπολογίσιμη.
Μεγαλύτερο όφελος έχουν τα παιδιά που μεγαλώνουν σε χώρους με άφθονο πράσινο, παρά όσα γεννιούνται σε τέτοιες περιοχές. Ο λόγος που εξηγεί αυτή τη διαφορά έγκειται στο ότι τα νεογνά περνούν συνήθως το χρόνο τους στο εσωτερικό του σπιτιού χωρίς να επωφελούνται από το φυσικό περιβάλλον, ενώ από την άλλη τα παιδιά περνούν περισσότερο χρόνο εκτός σπιτιού έξω στη φύση.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην European Respiratory Journal.