Η προθυμία ενός ηλικιωμένου να δίνει με ευκολία τα χρήματα του στους άλλους είναι να μην αποτελεί μονάχα ένδειξη της καλής του πρόθεσης, αλλά και πρώιμο σημάδι της νόσου Αλτσχάιμερ.
Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξαν οι ειδικοί της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, με επικεφαλής τον καθηγητή Ντιουκ Χαν που μελέτησαν 67 άτομα με μέση ηλικία 69 ετών, οι οποίοι δεν είχαν διαγνωσμένη άνοια ή γνωστική εξασθένηση (πρόδρομη συνήθως της άνοιας). Σκοπός της έρευνας, που έδειξε ότι οι γενναιόδωροι ηλικιωμένοι έχουν συνήθως σημαντικά χειρότερες επιδόσεις στα γνωστικά τεστ, είναι να βοηθήσει στην προστασία τους από το να πέσουν θύμα κάποιου απατεώνα.
Στο πλαίσιο της έρευνας ο κάθε εθελοντής κλήθηκε να κάνει ένα διαδικτυακό παιγνίδι με έναν ανώνυμο άνθρωπο και έπρεπε να αποφασίσει ποιό ποσό χρημάτων να μοιραστεί κατά βούληση με τον άγνωστο και ποιό να κρατήσει για τον εαυτό του.
Παράλληλα οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε νευροψυχολογικά τεστ, τα οποία βοηθούν στη διάγνωση μιας επερχόμενης νόσου Αλτσχάιμερ.
Όπως προέκυψε όσοι έδωσαν στο πείραμα πρόθυμα περισσότερα χρήματα στον άγνωστο, ήταν εκείνοι που είχαν τις χειρότερες γνωστικές επιδόσεις με βάση τα τεστ, άρα και τον μεγαλύτερο κίνδυνο για Αλτσχάιμερ στο μέλλον.
Οι ερευνητές επεσήμαναν πάντως ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα σε μεγαλύτερο δείγμα ανθρώπων για να επιβεβαιωθεί η σχέση ανάμεσα στον λεγόμενο οικονομικό αλτρουισμό και στη γνωστική υγεία των ηλικιωμένων. Τόνισαν όμως ότι «αν ένας άνθρωπος εμφανίζει κάποια αλλαγή στην αλτρουιστική συμπεριφορά του, αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη ότι αλλαγές συμβαίνουν επίσης στον εγκέφαλό του».
Σύμφωνα με τον Χαν «στόχος είναι να κατανοήσουμε γιατί μερικοί ηλικιωμένοι μπορεί να είναι πιο ευάλωτοι στις απάτες και στην οικονομική εκμετάλλευση, σε σχέση με άλλους συνομηλίκους τους. Τα προβλήματα γενικότερα στις χρηματικές συναλλαγές θεωρούνται ένα από τα πρώιμα σημάδια της νόσου Αλτσχάιμερ και τα ευρήματά μας επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο».
Οι ερευνητές έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα Αλτσχάιμερ «Journal of Alzheimer’s Disease».