Γράφει ο Ηλίας Καρναβάς, Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος, Στρατιωτικός Ιατρός, Διευθυντής Γυναικολογικού Τμήματος Στρατιωτικού Νοσοκομείου Λάρισας
Η εμμηνόπαυση ορίζεται ως το χρονικό σημείο στο οποίο μια γυναίκα δεν έχει περίοδο για 12 συνεχόμενους μήνες. Η μεταβατική περίοδος σταδιακής έκπτωσης της ορμονικής λειτουργίας πριν την εμμηνόπαυση είναι γνωστή ως «κλιμακτήριος», και μπορεί να έχει μεγάλη διάρκεια (έως και 10 χρόνια ) που διαφέρει όμως από γυναίκα σε γυναίκα. Η μέση ηλικία της εμμηνόπαυσης είναι τα 51 έτη, χρόνος, όμως, που μπορεί να ποικίλλει κατά πολύ από γυναίκα σε γυναίκα (45-55).
Πώς γίνεται η «διάγνωση» της εμμηνόπαυσης;
Σε γυναίκες μεγαλύτερες των 45 ετών στην ουσία δεν χρειάζεται να γίνει καμία αιματολογική εξέταση, αφού το ιστορικό και η συμπτωματολογία αρκούν για τη διάγνωση του κλιμακτηρίου και της εμμηνόπαυσης. Σε γυναίκες μεταξύ 40-45 ετών με διαταραχές στη διάρκεια του κύκλου και κλιμακτηριακά συμπτώματα μπορεί να γίνει ορμονικός έλεγχος (μέτρηση της fsh).
Γυναίκες κάτω των 40 ετών με κλιμακτηριακά συμπτώματα στις οποίες υποψιαζόμαστε πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, υπόκεινται σε εκτενέστερο έλεγχο, αφενός για να επιβεβαιωθεί ή όχι η ανεπάρκεια, και αφετέρου για να αποκλειστούν σοβαρές καταστάσεις που μπορεί να εμπλέκονται με πρόωρη έκπτωση της ωοθηκικής λειτουργίας.
Τι εξετάσεις πρέπει να γίνονται μετά την «διάγνωση» της εμμηνόπαυσης;
Ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος και το τεστ Παπανικολάου είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της υγείας των γυναικών. Επίσης, μετά τα 40 έτη συστήνεται ετήσιος μαστογραφικός έλεγχος. Στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες λόγω της απουσίας της προστατευτικής δράσης των οιστρογόνων στα οστά πρέπει να γίνεται μέτρηση οστικής πυκνότητας για την πρόληψη της οστεοπενίας και της οστεοπόρωσης. Τέλος, η αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακών συμβάντων εξαιτίας της αλλαγής του λιπιδαιμικού προφίλ επιβάλλει την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου μέσω των αντίστοιχων εξετάσεων (αιματολογικός και καρδιολογικός έλεγχος).