Γράφει ο Δρ. Σταύρος Καρακατσάνης, Γαστρεντερολόγος – Ηπατολόγος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί μια από τις συχνότερες κακοήθειες στις ανεπτυγμένες χώρες καθώς και τη δεύτερη αιτία θανάτου από κακοήθεια παγκοσμίως. Η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων αναπτύσσεται στο έδαφος προκαρκινικών αλλοιώσεων (αδενωματώδεις πολύποδες). Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι στα αρχικά στάδια ο καρκίνος του εντέρου δεν εμφανίζει συμπτώματα.
Υπάρχουν ωστόσο τρόποι να προστατευτούμε από την επικίνδυνη αυτή νόσο και να θωρακίσουμε την υγεία του παχέος εντέρου.
-Το πρώτο βήμα για την πρόληψη της νόσου είναι η προληπτική εξέταση. Ο προληπτικός έλεγχος απευθύνεται στα άτομα ηλικίας 50 – 75 ετών, ενώ συστήνεται ο έλεγχος του γενικού πληθυσμού στα 45 έτη. Σύμφωνα με έρευνες, στο 25% των περιπτώσεων ανευρίσκεται αδενωματώδης πολύποδας. Η καλύτερη εξέταση με τη μεγαλύτερη ευαισθησία για τον προληπτικό έλεγχο είναι η κολονοσκόπηση.
-Η ισορροπημένη διατροφή με άφθονα λαχανικά, φρούτα και δημητριακά ολικής αλέσεως σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου ή του ορθού. Συστήνεται επίσης μείωση της κατανάλωσης κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος που έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου.
-Ο ρόλος της σωματικής δραστηριότητας στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Τα στοιχεία αποκαλύπτουν αυξημένο κίνδυνο ορθοκολικού καρκίνου σε όσους είναι λιγότερο σωματικά δραστήριοι.
-Ένα σημαντικό βήμα πρόληψης του κινδύνου συνίσταται στον έλεγχο του σωματικού βάρους. Οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι άνθρωποι διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από ορθοκολικό καρκίνο. Η υγιεινή διατροφή και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας συμβάλουν στον καλύτερο έλεγχο του βάρους.
-Η αποφυγή του καπνίσματος αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό βήμα πρόληψης του καρκίνου του παχέος εντέρου δεδομένου ότι ο κίνδυνος νόσου και θανάτου είναι υψηλότερος για τους καπνιστές.
-Στα πλαίσια της πρόληψης του καρκίνου παχέος εντέρου συνιστάται και η αποφυγή του αλκοόλ. Για όσους όμως επιμένουν να πίνουν, προτείνεται λελογισμένη κατανάλωση με τους άνδρες να μην ξεπερνούν τα δυο ποτά ημερησίως και τις γυναίκες το ένα ποτό ημερησίως.