Εκτινασσόμενος δάκτυλος: μια συχνή πάθηση που εμποδίζει την φυσιολογική κίνηση του δακτύλου

Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος είναι μια συχνή και αρκετά επίπονη πάθηση κατά την οποία το δάκτυλο «κλειδώνει» και δεν εκτείνεται. Που οφείλεται και πως μπορεί να αντιμετωπιστεί η συγκεκριμένη πάθηση; Μας απαντά ο Δρ. Μιχάλης Παπαδάκης, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Αθλητίατρος.

Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος ή αλλιώς στενωτική τενοντοελυτρίτιδα του δακτύλου συμβαίνει όταν ένα δάκτυλο κάμπτεται («λυγίζει») και δεν επανέρχεται με ευκολία («μαγκώνει»). Το δάκτυλο μοιάζει σαν να πιέζουμε τη σκανδάλη όπλου και κολλάει σε αυτή τη θέση. Σε προχωρημένες καταστάσεις, το δάκτυλο τινάζεται όταν ισιώνει, σαν να έχει σφηνώσει ή μπορεί και να χρειαστεί να το ισιώσει κανείς με το άλλο του χέρι. 

Ο καμπτήρας τένοντας του δακτύλου περνάει από μια «σήραγγα», το τενόντιο έλυτρο, που βρίσκεται κάτω από την κεφαλή του μετακαρπίου. Αν αυτή η σήραγγα υποστεί στένωση, ο τένοντας ολισθαίνει με δυσκολία, τρίβεται και ερεθίζεται. Στη συνέχεια ο τένοντας φλεγμαίνει και δημιουργείται ένα οζίδιο («γρομπαλάκι») στην πορεία του, το οποίο επιδεινώνει τη στένωση. Η στένωση προκαλείται λόγω υπέρχρησης σε χειρωνακτικές εργασίες ή ασχολίες.

Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος εμφανίζεται πιο συχνά σε άτομα άνω των 45 ετών καθώς και σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, ρευματοειδή αρθρίτιδα ή θυρεοειδοπάθεια.

Αρχικά ο ασθενής βιώνει μια απλή ενόχληση κάτω από την κεφαλή του μετακαρπίου και ίσως και να ψηλαφεί κάτι σκληρό στο χέρι του. Αργότερα, το δάκτυλο γίνεται δύσκαμπτο και προοδευτικά η έκταση γίνεται όλο και πιο δύσκολα. Τέλος, όπως προαναφέρθηκε, το δάκτυλο τινάζεται όταν ισιώνει ή δεν ισιώνει από μόνο του.

Για τη διάγνωση απαιτείται το ιστορικό και η κλινική εξέταση. Ο μυοσκελετικός υπέρηχος καταδεικνύει τη στένωση και επιβεβαιώνει την κλινική υποψία.

Η βαρύτητα των συμπτωμάτων καθορίζει και το πόσο δραστική θα είναι η θεραπεία. Τα αντιφλεγμονώδη χάπια και οι αλοιφές χορηγούνται σε ήπιες καταστάσεις. Οι ενέσεις κορτιζόνης προτείνονται καθώς είναι εξαιρετικά αποτελεσματικές στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.

Τέλος, σε βαριές στενώσεις ή σε αποτυχία της συντηρητικής αντιμετώπισης, προτείνεται η διάνοιξη του τενόντιου ελύτρου. Η διάνοιξη είναι μια μικρή επέμβαση που γίνεται με τοπική αναισθησία.. Η επέμβαση γίνεται με τη χρήση διοφθάλμιου μικροσκοπίου, ώστε η όλη διαδικασία να γίνεται με τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα και ασφάλεια.
​​​​​​​Μετά την επέμβαση γίνεται σύγκλειση της τομής με ράμματα και περίδεση του καρπού. Τα ράμματα αφαιρούνται μετά από 10 – 15 ημέρες, οπότε και ο ασθενής επιστρέφει πλήρως στις δραστηριότητές του.

spot_imgspot_img

Σχετικά Άρθρα

Σχετικά Άρθρα

Πασχαλινό τραπέζι: Πώς να το απολαύσετε χωρίς συμπτώματα καούρας και δυσπεψίας

Ο Μανώλης Συμβουλάκης, Γαστρεντερολόγος και Δ/ντής Β’ Γαστρεντερολογικής Κλινικής ΕΡΡΙΚΟΣ ΝΤΥΝΑΝ μας δίνει χρήσιμες συμβουλές για την αντιμετώπιση της καούρας και της δυσπεψίας στο Πασχαλινό τραπέζι.

Νόσος λεγεωνάριων: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για την «νόσο των κλιματιστικών»

Η Ελλάδα, ως μεσογειακή χώρα, διαθέτει θεωρητικά όλες τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση λοιμώξεων από Legionella, όπως θερμό κλίμα, λειτουργία κλιματιστικών και υψηλές θερμοκρασίες για μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Πάσχα: Διατροφικές συνήθειες που προκαλούν προβλήματα υγείας

Πολύ συχνά, τόσο τα γιορτινά πιάτα της Ανάστασης όσο και το … πλούσιο μενού της Κυριακής του Πάσχα, όχι μόνο μας "βγάζουν" από τις διατροφικές μας συνήθειες και μας προσθέτουν βάρος αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις μας προκαλούν προβλήματα υγείας.