Γράφει η Δρ. Λυδία Ιωαννίδου-Μουζάκα, Χειρουργός – Γυναικολόγος, Ειδικός Μαστολόγος, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Μαστολογίας
Η πυκνότητα των μαστών μεταβάλλεται όσο μεγαλώνει η γυναίκα. Όσο περνούν τα χρόνια ο μαστός τείνει να γίνεται λιγότερο πυκνός. Η παραγωγή οιστρογόνων επίσης επηρεάζει την πυκνότητα των μαστών. Όσο υψηλότερα είναι τα οιστρογόνα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πυκνότητα του μαστού. Αυτό σημαίνει ότι, στις νεαρότερες ηλικίες έχουμε μεγαλύτερη παραγωγή οιστρογόνων με πιο πυκνό μαστό ενώ στην εμμηνόπαυση έχουμε μικρότερη παραγωγή οιστρογόνων και επομένως λιγότερο πυκνό μαστό.
Δεδομένου ότι στην μαστογραφία ο λιπώδης ιστός απεικονίζεται με μαύρο χρώμα, ενώ τα υπόλοιπα στοιχεία με άσπρο χρώμα, όπως επίσης και ένας καρκινικός όγκος απεικονίζεται με άσπρο χρώμα, καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα τι μας ανησυχεί σε έναν πυκνό μαστό. Σε έναν πυκνό μαστό λοιπόν ένας καρκινικός όγκος είναι πιο δύσκολο να εντοπιστεί.
Άρα, λοιπόν, πυκνός μαστός σημαίνει πιο δύσκολη ανίχνευση μιας βλάβης του μαστού, γι’ αυτό και σε γυναίκες με πυκνό μαστό ο ετήσιος προληπτικός έλεγχος γίνεται πάντα με μαστογραφία – υπέρηχο μαστών και ψηλάφηση από ειδικό ιατρό μαστού.
Σε νεαρές γυναίκες μικρότερες των 35 ετών με πυκνό μαστό η εξέταση εκλογής είναι ο υπέρηχος μαστών. Η ψηφιακή μαστογραφία με τομοσύνθεση είναι η πιο αξιόπιστη μαζί με τον υπέρηχο μαστών για γυναίκες άνω των 40 ετών.