Γράφει η Δρ. Νικολέτα Κοΐνη Μ.D., Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος, PgD in Genomic Medicine and Healthcare, Ιατρός Λειτουργικής, Αντιγηραντικής, Προληπτικής και Αναγεννητικής Ιατρικής
Η ψωρίαση είναι μια επώδυνη χρόνια φλεγμονώδης αυτοάνοση ασθένεια, μη μεταδιδόμενη, που εκδηλώνεται σαν χρόνια δερματοπάθεια και έχει σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Οι σημαντικότεροι παράγοντες που συμβάλουν στην εκδήλωση της ψωρίασης είναι:
Κληρονομικοί
Από επιδημιολογικά δεδομένα και παρατηρήσεις πιστεύεται ότι κληρονομείται μια προδιάθεση για την εμφάνιση της νόσου. Το 1/3 των ασθενών με ψωρίαση έχει θετικό οικογενειακό ιστορικό, με ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας τους να πάσχουν από κάποια μορφή της νόσου. Δηλαδή, η νόσος δεν είναι κληρονομική με την έννοια της άμεσης μετάδοσης από τους γονείς στα παιδιά, αλλά με την έννοια της αυξημένης πιθανότητας να εμφανιστεί στα παιδιά, όταν πάσχουν από ψωρίαση οι γονείς.
Έτσι, η πιθανότητα να εμφανιστεί ψωρίαση στο πρώτο παιδί γονέως που νοσεί με ψωρίαση αναβιβάζεται στο 10% από το 1-3% του γενικού πληθυσμού. Σε περίπτωση δε που και οι δύο γονείς πάσχουν από ψωρίαση, η πιθανότητα αυτή ανέρχεται στο 30% των περιπτώσεων περίπου. Εάν, μάλιστα, το πρώτο παιδί δεν εμφανίζει ψωρίαση, τότε το ενδεχόμενο να παρουσιάσει το δεύτερο τη νόσο είναι ακόμη μεγαλύτερο και στις δύο περιπτώσεις.
Πρόκειται για παράγοντες που φαίνεται να συμβάλλουν στην εκδήλωση της ασθένειας μόνο σε ένα γενετικά προδιατεθειμένο άτομο. Σε αυτούς περιλαμβάνονται τα εξής:
Εκλυτικοί
– Λοιμώξεις: O ρόλος των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων (αμυγδαλίτιδες) εμπλέκεται σε ορισμένες παιδικές μορφές της νόσου (σταγονοειδής μορφή). Άλλες φλεγμονές, κυρίως του αναπνευστικού συστήματος, καθώς και οι εμβολιασμοί μπορεί να δράσουν στο ίδιο επίπεδο, ενώ είναι γεγονός ότι παρατηρείται υποχώρηση των ψωριασικών βλαβών μετά την ίαση της φλεγμονής.
– Τραυματισμοί: Τραύματα κάθε είδους (φυσικά, χημικά) μπορούν να προκαλέσουν την εμφάνιση ψωριασικών πλακών (φαινόμενο Kοebner), καθώς επίσης εγχειρητικές ουλές, εγκαύματα, αμυχές αποτελούν συχνά τα σημεία εκδήλωσης της νόσου.
– Ενδοκρινικοί παράγοντες: H ψωρίαση είναι συχνότερη στην περίοδο της γενετικής δραστηριότητας, ενώ στη διάρκεια της εγκυμοσύνης βελτιώνεται στο 33%, επιδεινώνεται στο 21% και παραμένει σταθερή στο 65% των περιπτώσεων. Διαταραχές στη λειτουργία της υπόφυσης, του θύμου, του θυρεοειδούς ή των επινεφριδίων, καθώς και η υπογλυκαιμία μερικές φορές επιταχύνουν την εμφάνιση βλαβών της νόσου.
– Υπεριώδης ηλιακή ακτινοβολία: Συνήθως το ηλιακό φως δρα ευεργετικά στην ψωρίαση αν και άλλες φορές (20%) δεν αποκλείεται να αποτελέσει εκλυτικό παράγοντα για την εμφάνισή της.
– Ψυχογενείς παράγοντες: Οι νευροψυχικές διαταραχές παίζουν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νόσου καθώς μπορεί να εμφανισθεί ή να επιδεινωθεί μετά από ένα έντονο ψυχικό τραύμα. Το γεγονός δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο γιατί η εμφάνιση του ψωριασικού εξανθήματος δημιουργεί περισσότερη ψυχική ένταση κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ασθενείς με Ψωρίαση παρουσιάζουν συχνά άγχος και κατάθλιψη.
– Εμβολιασμοί και φάρμακα: Η επαγόμενη από φάρμακα ψωρίαση μπορεί να συμβεί με β-αποκλειστές, λίθιο, ανθελονοσιακά φάρμακα, μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ινδομεθακίνη), τερβιναφίνη, αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, καπτοπρίλη, γλυβουρίδη, παράγοντα διέγερσης αποικιών κοκκιοκυττάρων, ιντερλευκίνες, ιντερφερόνες, υπολιπιδαιμικά φάρμακα, και παραδόξως αναστολείς TNF αλλά και αλκοόλη. Η απόσυρση των κορτικοστεροειδών (τοπική κρέμα στεροειδών) μπορεί να επιδεινώσει την ψωρίαση και οφείλεται σε φαινόμενο αναπήδησης.
Παράγοντες που μπορεί επίσης να συμβάλουν στην εκδήλωση ψωρίασης είναι οι έντονες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, η αυξημένη χρήση αλκοόλ, το κάπνισμα καθώς και μεταβολικοί παράγοντες.